Αναρτήσεις

Winterzeit

*Να μας πάρει ένας χειμώνας βαρυσήμαντος Με αστραπόβροντα και καταιγίδες και χαλάζι Και ολόλευκο χιόνι ηρεμιστικό για αυλαία Να μας αναμαλλιάσει και να ξεσκεπάσει Κάθε μας κρυμμένη ανούσια ουσία Να πέσουμε απ’ το βάθρο μας Κι αυτό το ίδιο να σαπίσει απ’ τις βροχές Έρμαια να μείνουμε για μέρες Στο έλεός του Να μη μπορούμε να σταθούμε απ’ τους αέρηδες -Ποιος ξέρει Ίσως έτσι να μάθουμε απ’ την αρχή να περπατάμε ορθοί Αντί για να σερνόμαστε- Από ολάνοιχτα παράθυρα χωρίς τζάμια Κουρτίνες που χορεύουνε πολεμικό χορό Να βλέπουμε τη θύελλα να έρχεται Επάνω μας Και να ζητάμε κι άλλο Κι άλλο Κι άλλη οργιώδη φύση Κι άλλες πλημμυρικές νεροποντές Κι άλλες ηδονικές ψυχρολουσίες Να ιδούμε επιτέλους πως νιώθουνε τα δέντρα Μες στο χαλασμό αιώνια ολόρθα Να σπάσουν μέσα μας τα σκονισμένα κρύσταλλα Να μας σκεπάσει ένας αμείλικτος παγετός Κι έτσι το μουδιασμένο σώμα ίσως θυμηθεί πως είναι Να αισθανόμαστε
Λοιπόν Μου μίλησες για τα ταξίδια σου Σου μίλησα για τις φρίκες μου Κι έτσι σμίξανε οι κόσμοι μας- Αφού δε ζήτησες τίποτα Αφού δε ζήτησα τίποτα Φαντάζομαι έναν κόσμο που δε χρωστά σε κανένα Γι΄αυτό σκέφτομαι πως Έτσι όπως απλώνεται Η πόλη από ψηλά Θα μπορούσε να σχηματίσει Τα δάκρυά σου, τις αγωνίες  Και τους παλμούς σου- Μα πιο πολύ σκέφτομαι πως Δε σε χωρά εσένα η πόλη Έτσι που νιώθω να με Αιχμαλωτίζει η ανάγκη Να ακούω τα βήματά σου Να περπατάνε τα καλντερίμια Να ανασαίνουν τα καρδιοχτύπια σου Και σκέφτομαι πάλι Πως ταξίδι είναι οι άνθρωποι Μα πιο πολύ- Ταξίδι είναι το πάθος Να μοιραστείς το δρόμο. * Στέλιος Λαλούσης, Lacrimae
Εικόνα
  Χαραμάδα Νιώθω, αισθάνομαι, χειροπιαστές τις στιγμές Είναι όλες τους τόσο μα τόσο μικρές Μα συνάμα εγώ κρατώ στα χέρια μου  Τη μέγιστη σημασία τους Τη νιώθω Όπως το βλέμμα του επάνω μου Κάθε φορά που ανασύρω την ανάμνηση Ένα ατέλειωτο βαλς χορεύει μέσα μου Σ' ευχαριστώ για τη στιγμή αυτή Ήταν ασύλληπτα παράξενη Σαν όνειρο Σαν να μην τη ζήσαμε οι δυο μας Είμαστε ακόμη ίδιες.

Στα μάτια μου, ο κόσμος

Εικόνα
 Στα μάτια μου,  βλέπω ένα κόσμο γεμάτο νευρώσεις. Γυναίκες και άντρες περπατούν,  στους δρόμους της πόλης,  με σκυμένα κεφάλια, με σκισμένα μυαλά. Γυναίκες και άντρες , τέλειοι, σα το λευκό χαρτί, χωρίς ρυτίδες, χωρίς ατέλειες, χωρίς λεκέδες, ή ένα σημάδι ν'αποδεικνύει πως κάποτε υπήρξαν άνθρωποι. Γυναίκες και άντρες σε λίστες επαφών, που δεν τους έχει δει κανείς στην πραγματικότητα. Γεννούν,μόνο, παιδιά και τα ταίζουν τάμπλετ , γιατί στο δρόμο δε μπορούν να παίξουν, και στις πλατείες παίζουν μόνο τα Μ.Α.Τ. Κρύβεται ένα παράπονο, μέσα στ'άψυχα βλέμματα, στα μικρά παγωμένα τους μάτια, σβησμένες οι φωτίτσες του έρωτα. Περιπλανιούνται ανέλπιδα σε μια διαδρομή, από τον ύπνο στον ξύπνιο. Γυναίκες και άντρες σας λέω, Πως αγρυπνά κάθε βράδυ για χάρη μας, μια ψεύτικη ανάγκη, για να ξυπνάμε, και να δουλεύουμε, και ν'αγοράζουμε, και να κερδίζει πάντα αυτή η μηχανή, που μας έχει λιώσει το μυαλό, Και έχουμε πια, ξεχάσει γιατί υπάρχουμε. Γυναίκες και άντρες το βράδυ, κοιμούνται αγκαλιά
Εικόνα
"Να σταμάταγε ο χρόνος στην αγάπη" Και να μπορούσαμε να φυλακίσουμε τις μικρές αυτές στιγμές Μέσα σε γυάλινα βαζάκια. Θα είχαμε όλοι μας, λέει, τότε, μια συλλογή από αγαπημένες στιγμές. Άλλος θα τακτοποιούσε τα βάζα του με προσοχή στο ντουλάπι της κουζίνας Πάνω από το ράφι με τα μπαχαρικά Και κάθε που θα άνοιγε να πάρει ένα καρύκευμα, λίγο αλατοπίπερο, Θα μοσχομύριζε η κουζίνα του αγάπη. Άλλος θα τα καταχώνιαζε σε κάποιο ξεχασμένο συρτάρι ή στο πατάρι Γιατί δεν του πολυαρέσουνε οι συλλογές. Σε κάποια μετακόμιση, αν είναι τυχερός, θα τα ξανάβρει Και θα σταλάξει η θαλπωρή εντός. Υπάρχει κάποιος που τα έχει στο σαλόνι Δίπλα στο σύνθετο, επιδεικνύοντας τη συλλογή Ενώ άλλος τα προστατεύει από δημόσια θέα Είναι το πιο προσωπικό του ενθύμιο.  

Η θάλασσα κεφάλαιο I

Αχ η θάλασσα Κόμπους αχτενιστους αφήνει σε όποιον από κοντά της φεύγει. Κι όλα τα φιλιά της, πως αφήνουν αίσθηση στα χείλη για πάντα; Σαν έρωτας από τους ζηλευτούς και επικίνδυνους.  Εκείνους που μένουν για να πνιγουν για τα καλά.  Θάλασσα κι έρωτας βαραίνουν μέσα σου σαν λείπουν κι είναι που μπορούν και οι δυό να σε σκοτώσουν δίχως σκέψη.  Κι εκείνη η θάλασσα που με ώρες αγναντεύαμε με τα μικρά βοτσαλακια της που έμοιαζαν με κουφέτα ,κι εξυνα εγώ  την αλμύρα από πάνω τους κι εσύ με μαλώνες.Κι άλλες φορές τα έφερνα κοντά στα χείλη μου - μη στο στομα- πώς λαχταρουσαν αρμύρα!  Γιατί είναι  λαχτάρα η αρμύρα. (Τα πρωινά που ανοίγαμε τα ξύλινα παράθυρα - είχανε σκάσει τα χρώματα από τους αγέρηδες που τα πολεμαγανε τόσα χρόνια.)  Τα μεσημέρια μια απαλή μπουκαδούρα ψυθίριζε παραμυθια τόσο απαλά που σαν ναρκωμενοι απόκοιμιόμασταν με τις λευκές φαρδιές φανέλες που σαν φιλαρισμενα πανιά τρεμοπαιζαν στο πιο μικρό αεράκι. Τα παράθυρα ορθάνοιχτα να ακούγεται ο τζίτζικας μες στο λιοπυρι να τραγουδάε
Εικόνα
λ κι όμως όλα επιμένουν στο πρωινό φως να μικραίνουν σαν και πρώτα ολα να μοιάζουν, γνώριμα να με τρομάζουν όσα όνειρα κι αν είδα, μου τα κρέμασα στολίδια ποιοί αρνήθηκαν να ζήσουν, ψέυτικα να ευτυχήσουν να τα βλέπω να θυμάμαι πως κι αν ξύπνησα, κοιμάμαι πως αν πρόκειται να χτίσω πρέπει πρώτα να γκρεμίσω με τα ρούχα τους να ντύσω μονοπάτι να πατήσω φτιάχνω λάσπη απο το χώμα να γιορτάσω τον κανόνα
Εικόνα
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ η δυνατότητα για έναν άνθρωπο ,να δρα κατα βούληση. Η καθολική ελευθερία με τα σημερινά δεδομένα ,είναι το σωρευτικό αποτέλεσμα της ατομικής,κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας καθώς και των εσωτερικών ελευθεριών. Ελευθερία είναι να μην φοβάσαι να πεις τη γνώμη σου. -Γιατί είναι βία να σε απειλούν να μην πεις την αλήθεια. Ελευθερία είναι να μπορείς να κάνεις όσα αγαπάς  -Γιατι είναι βια να δουλεύεις για να ζήσεις. Ελευθερία είναι να ζεις για να απολαμβάνεις,  να δημιουργείς,να καλιεργείς συναισθήματα και σχέσεις με ανθρώπους.    Ονειρεύομαι ακόμη και σήμερα, έναν κόσμο. Που σαν αδέρφια θα παλεύουμε, για την απόκτηση και τη διατήρηση της ελευθερίας για όλους. Και τονίζω παλεύουμε ,κι όχι πολεμάμε. Ο πόλεμος προϋποθέτει βία. Η πάλη είναι ένας αγώνας. Και για κάθε αγώνα η επιδίωξη είναι η νίκη. Ονειρεύομαι συχνά την ελευθερία. Για σένα που δεν μιλάς, για μένα που δεν μίλησα. Για όσους αγαπούν